ευφωνικό νι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ευφωνικό νι < → δείτε τη λέξη ευφωνικό, ουδέτερο του ευφωνικός & νι (το γράμμα ν). Στην ελληνιστική κοινή: νῦ ἐφελκυστικόν.

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /efoniˈko ˈni/

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

ευφωνικό νι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. §61.1 - Οικονόμου, Μιχάλης (χ.χ.) Γραμματική της αρχαίας ελληνικής Γυμνασίου-Λυκείου. Υπουργείο Παιδίεας, Έρευνας και Θρησκευμάτων @ebooks.edu.gr [σύνοψη της έκδοσης του 1971].
  2. movable nu, ephelcystic nu στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια