ηγούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ηγούμαι < αρχαία ελληνική ἡγοῦμαι
Ρήμα[επεξεργασία]
ηγούμαι (μετοχή ενεστώτα: ηγούμενος)