Μετάβαση στο περιεχόμενο

λογικό συνδετικό

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
λογικό συνδετικό <  δείτε τις λέξεις λογικός και συνδετικό, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική logical connective

Πολυλεκτικός όρος

[επεξεργασία]

λογικό συνδετικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Υπώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Γέωργιος Βούρος, Πάτρα 2002, «Διακριτά Μαθηματικά», σελ. 14, 33, 40. Προσπέλαση 2020-02-24
  2. «Λογική θεωρία και πράξη Γ' Λυκείου», σελ. 33. πρόσβαση:2020-02-26