μ' ασπηδήκαϊ οχίλε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τσακωνικά (tsd)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μ' ασπηδήκαϊ οχίλε < → λείπει η ετυμολογία
Έκφραση[επεξεργασία]
μ' ασπηδήκαϊ οχίλε
- (μεταφορικά) με πήδησαν οχιές, στενοχωρήθηκα πολύ, ανησύχησα πολύ
Πηγές[επεξεργασία]
- οχία - σελ.376.jpg, τόμ.2 - Κωστάκης, Θανάσης Π. Λεξικό της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, τόμοι Α', Β' 1986, τόμος Γ' 1987), Τόμος 2ος@academyofathens