ντεκουπάρω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ντεκουπάρω < (άμεσο δάνειο) γαλλική découper + -άρω
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /de.kuˈpa.ɾo/
Ρήμα
[επεξεργασία]ντεκουπάρω
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη ντεκουπάζ
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -άρω (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κινηματογράφος (νέα ελληνικά)
- Φωτογραφία (νέα ελληνικά)
- Τυπογραφία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)