προοιμιάζομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προοιμιάζομαι < αρχαία ελληνική προοιμιάζομαι < προοίμιον

προοιμιάζομαι

→ λείπει η κλίση

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • προοιμιάζομαι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
προοιμιάζομαι < προοίμιον + -άζομαι

προοιμιάζομαι