σκυλόψυχη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /sciˈlo.psi.çi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σκυ‐λό‐ψυ‐χη
- ομόηχο: σκυλόψυχοι
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
σκυλόψυχη
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του σκυλόψυχος