συγχωρούμαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /siŋ.xoˈɾu.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: συγ‐χω‐ρού‐μαι
ομόηχο: συγχωρούμε

Ρήμα[επεξεργασία]

συγχωρούμαι, π.αόρ.: συγχωρήθηκα, μτχ.π.π.: συγχωρεμένος/συγχωρημένος, (ενεργ.: συγχωρώ)