τσάρλεστον

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τσάρλεστον < αγγλική charleston < Charleston < Charles +‎ -ton < παλαιά γαλλική Charles / Carles < λατινική Carolus < πρωτογερμανική *karilaz ( ελεύθερος, νέος)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τσάρλεστον ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]