Amsel

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /[ˈamzl̩/
 
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Am‐sel

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Amsel (de)


Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Amsel αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]



Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Amsel < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Amsel αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]