Bus
Εμφάνιση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Bus (de) αρσενικό
- το λεωφορείο
- wo ist der Bus? - πού είναι το λεωφορείο;
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Bus < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Bus αρσενικό ή θηλυκό