Fenster

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

 
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Fenster (de) ουδέτερο

  • το παράθυρο
    das Fenster ist zu - το παράθυρο είναι κλειστό
    das Fenster ist auf - το παράθυρο είναι ανοιχτό

Αντώνυμα[επεξεργασία]



Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Fenster < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Fenster αρσενικό ή θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]

  • TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]