Gefängnisse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɡəˈfɛŋnɪsə/
- ⓘ
- ⓘ
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ge‐fäng‐nis‐se
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]Gefängnisse (de)
- ονομαστική, γενική, και αιτιατική πληθυντικού του Gefängnis