Μετάβαση στο περιεχόμενο

Lust

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: lust

Γερμανικά (de)

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /lʊst/
 
 
τυπογραφικός συλλαβισμός: Lust

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Lust (de) θηλυκό

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Lust αρσενικό ή θηλυκό

  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 ,



Φλαμανδικά (vls)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Lust < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Lust αρσενικό ή θηλυκό

  • Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, : Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στις Περιοχές: Belgique, Flandre, Wallonie του Βελγίου



Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Lust < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Lust αρσενικό ή θηλυκό

  • Top 10.000 des noms de famille en Belgique au 1/01/2017, Statbel, Βελγικό Στατιστικό Γραφείο, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, : Το επώνυμο αυτό εμφανίζεται στις Περιοχές: Belgique, Flandre, Wallonie του Βελγίου



Ιταλικά (it)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Lust < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Lust αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023



Σουηδικά (sv)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Lust < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Lust αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden