Namen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]Namen (de) αρσενικό
- δοτική και αιτιατική ενικού του Name
- ονομαστική, γενική, δοτική και αιτιατική πληθυντικού του Name