SovCidiot
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
SovCidiot | SovCidiots |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- SovCidiot < συμφυρμός των SovCit + idiot
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]SovCidiot (en)
- (νεολογισμός, αργκό, μειωτικό) χλευαστικός χαρκτηρισμός για τον sovereign citizen, που οι υπόλοιποι πολίτες θεωρούν ηλίθιο, εξαιτίας των πεποιθήσεων και της συμπεριφοράς του