Tsiller
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Διαγλωσσικοί όροι[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Tsiller < (μεταγραφή) νέα ελληνική Τσίλλερ (Tsíller)
Μεταγραφή[επεξεργασία]
Tsiller αρσενικό ή θηλυκό
- το γερμανικής προέλευσης ελληνικό επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο) Τσίλλερ στις γλώσσες που χρησιμοποιούν λατινική γραφή