Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τσίλλερ

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Τσίλλερ < άμεσο δάνειο από τη γερμανική Ziller

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈt͡si.ler/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Τσίλλερ
τονικό παρώνυμο: Τσιλέρ

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Τσίλλερ άκλιτο

  1. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
  2. ποταμός της Αυστρίας, παραπόταμος του Ινν

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταγραφές

[επεξεργασία]

ως ελληνικό επώνυμο:

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]