also
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]also (en) (χωρίς παραθετικά)
- επίσης, επιπλέον, και, κι εγώ
- ⮡ I will buy this also.
- Θα αγοράσω επίσης κι αυτό.
- ⮡ I don’t like it; also, it is very expensive.
- Δε μ’αρέσει, επιπλέον είναι πολύ ακριβό.
- ⮡ but we can also say - αλλά μπορούμε και να πούμε
- ⮡ Did you also hear that sound?
- Άκουσες κι εσύ αυτόν τον ήχο;
- ≈ συνώνυμα: too, → δείτε τη λέξη additionally
- ⮡ I will buy this also.