also
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
also (en)
- επίσης, επιπλέον
- ↪ I don’t like it; also, it is very expensive
- Δε μ’αρέσει, επιπλέον είναι πολύ ακριβό
- ↪ I will buy this also
- Θα αγοράσω επίσης κι αυτό
- ≈ συνώνυμα: too, → δείτε τη λέξη additionally
- ↪ I don’t like it; also, it is very expensive