also

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίρρημα[επεξεργασία]

also (en)

  • επίσης, επιπλέον
    I don’t like it; also, it is very expensive
    Δε μ’αρέσει, επιπλέον είναι πολύ ακριβό
    I will buy this also
    Θα αγοράσω επίσης κι αυτό
     συνώνυμα: too, → δείτε τη λέξη additionally