arménien
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]arménien (fr) αρσενικό
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | arménien | arméniens |
θηλυκό | arménienne | arméniennes |
arménien (fr)