assessment
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
assessment | assessments |
assessment (en)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
assessment στην αγγλική Βικιπαίδεια