assignment
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- assignment < (κληρονομημένο) μέση αγγλική assignement < παλαιά γαλλική assignement
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
assignment | assignments |
assignment (en)
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
-
assignment στην αγγλική Βικιπαίδεια
[επεξεργασία]
- ↑ «ανάθεση», «εκχώρηση» από αναζήτηση « assignment» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.
- ↑ Γλωσσάριο. Προσπέλαση 23/10/2019
- ↑ 3. An Informal Introduction to Python, 3.2. First Steps Towards Programming. Αρχειοθέτηση 2020-01-24. Προσπέλαση 2020-09-04.