autonomo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | autonomo | autonomi |
θηλυκό | autonoma | autonome |
autonomo (it)
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | autonomo | autonomi |
θηλυκό | autonoma | autonome |
autonomo (it)