backlash
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
backlash (en)
- οπισθοδρόμηση, πισωγύρισμα
- αρνητική αντίδραση, επίπτωση, συνέπεια κ.λπ.· αντίδραση «μπούμεραγκ»