backlash

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
backlash < back + lash

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

backlash (en)

  1. οπισθοδρόμηση, πισωγύρισμα
  2. αρνητική αντίδραση, επίπτωση, συνέπεια κ.λπ.· αντίδραση «μπούμεραγκ»