back
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | back |
συγκριτικός | more back |
υπερθετικός | most back |
back (en)
- (χωρίς παραθετικά) πίσω, πάλι, γυρίζω, επιστρέφω στο μέρος, την κατάσταση ή τη δραστηριότητα όπου κάποιος ή κάτι ήταν πριν
- ↪ Go back to your place.
- Πήγαινε πίσω/πάλι στη θέση σου.
- ↪ As soon as I finish, I will give it back to you.
- Μόλις τελειώσω θα σου το δώσω πάλι.
- ↪ What time will we be back home?
- Τι ώρα θα γυρίσουμε σπίτι;
- ↪ I will be back by six.
- Θα επιστρέψω μέχρι τις έξι.
- ↪ Go back to your place.
- πίσω
Συγγενικά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
back | backs |
back (en)
- (ανατομία) η πλάτη, το πίσω μέρος του σώματος, από το λαιμό μέχρι το τέλος της σπονδυλικής στήλης
- ↪ Doctor, my back hurts.
- Γιατρέ, πονάει η πλάτη μου.
- ↪ Does your lower back hurt?
- Πονάει η μέση σου;
- ↪ Doctor, my back hurts.
- (συνήθως ενικός) το πίσω μέρος, το μέρος του κάτι που είναι πιο μακριά από το μπροστινό μέρος
- ↪ the back of the house - το πίσω (μέρος) του σπιτιού
- ↪ at the back of the church - στο πίσω μέρος της εκκλησίας
- ↪ His voice didn’t reach the back of the hall.
- Η φωνή του δεν έφτασε στο πίσω μέρος της αίθουσας.
- η πλάτη μιας καρέκλας, ενός καναπέ
- η πλάτη, η πίσω επιφάνεια πλατιού αντικειμένου
- ↪ the back of the shovel - η πλάτη του φτυαριού
- η πλάτη, το πίσω τμήμα ρούχου
- ↪ The jacket/the coat/the dress is tight on me in the back.
- Το σακάκι/το παλτό/το φόρεμα με στενεύει στην πλάτη.
- ↪ The jacket/the coat/the dress is tight on me in the back.
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- on one's back: ανάσκελα
- I usually sleep on my back - συνήθως κοιμάμαι ανάσκελα
- behind one’s back: πίσω από την πλάτη κάποιου
- have sb at one’s back: έχω την υποστήριξη/τις πλάτες κάποιου
- put/get sb’s back up: τσαντίζω κπ
Σύνθετα
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | back |
γ΄ ενικό ενεστώτα | backs |
αόριστος | backed |
παθητική μετοχή | backed |
ενεργητική μετοχή | backing |
back (en)
Σύνθετα
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- back (adjective) - Oxford Learner's Dictionaries
- back (adverb) - Oxford Learner's Dictionaries
- back (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- back (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 203, 921. ISBN 9780194325684., λήμμα: γυρίζω, υποστηρίζω
Σουηδικά (sv)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]back (sv)
- η πλάτη
Κατηγορίες:
- Pages using the Phonos extension
- Αγγλική γλώσσα
- Επιρρήματα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Επιρρήματα χωρίς παραθετικά (αγγλικά)
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Ανατομία (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα που κλίνονται όπως το 'ask' (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (σουηδικά)
- Σουηδική γλώσσα
- Ουσιαστικά (σουηδικά)