braque

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
braque braques

braque (fr) αρσενικό

  1. είδος κυνηγετικού σκύλου με κοντό τρίχωμα και κρεμαστά αυτιά

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
braque braques

braque (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. (οικείο) τρελάρας