Μετάβαση στο περιεχόμενο

bulletproof

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός bulletproof
συγκριτικός more bulletproof
υπερθετικός most bulletproof

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
bulletproof < bullet + -proof

Επίθετο

[επεξεργασία]

bulletproof (en)