cabas

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ka.bɑ/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ενικός πληθυντικός
cabas cabas

cabas (fr) αρσενικό

  1. εύκαμπτο καλάθι όπου βάζουν φρούτα
  2. λείο καλάθι με δύο χερούλια, που το κρατούν στο μπράτσο για να μεταφέρουν τα ψώνια, το ζεμπίλι