canine
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]canine (en)
- που αναφέρεται σε ένα σκύλο
- σκυλίσιος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]canine (en)
- ο σκύλος ή ο λύκος (σε αντίθεση με την αλεπού)
- ο κυνόδοντας
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]canine (fr)
- (ανατομία) ο κυνόδοντας
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]canine (fr)