Μετάβαση στο περιεχόμενο

capsuleuse

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
capsuleuse capsuleuses

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

capsuleuse (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη capsule