champis
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- champis < champiz < champ
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | champis | champis |
θηλυκό | champisse | champisses |
champis (fr)
- (παρωχημένο) ή (ιδιωματικό) παιδί που βρέθηκε στους αγρούς