compromises
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]compromises (en)
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]compromises (en)
- γ΄ πρόσωπο ενικού ενεστώτα του compromise