concis
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | concis | conciss |
θηλυκό | concise | concises |
concis (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | concis | conciss |
θηλυκό | concise | concises |
concis (fr)