core
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /kɔɹ/ (αμερικανικό)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]core (en)
- ο πυρήνας
- ⮡ The core is the innermost part of the Earth’s sphere.
- Ο πυρήνας είναι το εσώτατο τμήμα της γήινης σφαίρας.
- ⮡ The core is the innermost part of the Earth’s sphere.
- το κουκούτσι
- (υλικό υπολογιστή) ο πυρήνας, ο επεξεργαστής μιας ΚΜΕ
- (πληροφορική) το βασικό τμήμα ενός λογισμικού
- → δείτε τη λέξη core engine
Ρήμα
[επεξεργασία]core (en)
Πηγές
[επεξεργασία]- core (adjective) - Oxford Learner's Dictionaries
- core (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- core (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
Παλαιά γαλλικά (fro)
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]core