docimasie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
docimasie docimasies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

docimasie (fr) θηλυκό