doubler
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
- ⓘ (βοήθεια·αρχείο)
doubler (fr)
- διπλασιάζω
- (στην τηλεόραση ή τον κινηματογράφω) μιλώ στη θέση κάποιου, μεταφράζω σε πραγματικό χρόνο αυτά που λέει μιλώντας όπως αυτός, με τις ίδιες εκφράσεις
- τοποθετώ μια στρώση από ένα υλικό δίπλα σε ένα άλλο
- (οικείο) (στην οδήγηση) προσπερνώ
- ≈ συνώνυμα: dépasser