fashion
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
fashion (en)
- μόδα
- τρόπος
- ↪ in a nice simple fashion - με έναν ωραίο απλό τρόπο
- ※ [...] we’ll see how you can make Git operate in a more customized fashion, by introducing several important configuration settings [...] (Pro Git 2nd ed. Edition) [1]
- «[...] θα δούμε πώς μπορούμε να κάνουμε το Git να λειτουργεί με πιο εξατομικευμένο τρόπο, εισάγοντας αρκετές σημαντικές ρυθμίσεις διαμόρφωσης [...]» [2]
[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- ↑ (αγγλικά) 8.1 Customizing Git - Git Configuration. Πρόσβαση 2020-12-08.
- ↑ 8.1 Εξατομίκευση του Git - Διαμόρφωση Git. Πρόσβαση 2020-12-08.