flama
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flama | flamaj |
αιτιατική | flaman | flamajn |
flama (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | flama | flamaj |
αιτιατική | flaman | flamajn |
flama (eo)