forger
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]forger (en)
- ο πλαστογράφος, ο χαλκευτής
- ο χαλκευτής, αυτός που σφυρηλατεί
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]forger (fr)