frunto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- frunto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | frunto | fruntoj |
αιτιατική | frunton | fruntojn |
frunto (eo)
- το μέτωπο