garbage truck
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
garbage truck | garbage trucks |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]garbage truck (en)
- (αμερικανικά αγγλικά) το απορριμματοφόρο, η σκουπιδιάρα, το σκουπιδιάρικο, το σκυβαλοφόρο
- ⮡ The traffic jam was caused by a broken down garbage truck.
- Το μποτιλιάρισμα προκλήθηκε από ένα χαλασμένο απορριμματοφόρο.
- ⮡ The traffic jam was caused by a broken down garbage truck.