go without

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας go without
γ΄ ενικό ενεστώτα goes without
αόριστος went without
παθητική μετοχή gone without
ενεργητική μετοχή going without

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
go without < → δείτε τις λέξεις go και without

go without (en)