hangout

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: hang out
      ενικός         πληθυντικός  
hangout hangouts

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
hangout < hang + out

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hangout (en)

Συγγενικά

[επεξεργασία]