hebreo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- hebreo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | hebreo | hebreoj |
αιτιατική | hebreon | hebreojn |
hebreo (eo)
- ο Εβραίος
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
hebreo (es)
- ο Εβραίος