height
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
height | heights |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
height (en)
- το ύψος
- η αποκορύφωση, το αποκορύφωμα
ενικός | πληθυντικός |
height | heights |
height (en)