heroically
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | heroically |
συγκριτικός | more heroically |
υπερθετικός | most heroically |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
heroically (en)
- ηρωικά
- ↪ A handful of people fought heroically.
- Πολέμησαν ηρωικά μια χούφτα άνθρωποι.
- ↪ A handful of people fought heroically.