homicide
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]homicide (en)
- η ανθρωποκτονία
- ο δράστης μιας ανθρωποκτονίας
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
homicide | homicides |
homicide (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
homicide | homicides |
homicide (fr) αρσενικό
- η ανθρωποκτονία
- ο δράστης μιας ανθρωποκτονίας