homicide
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
homicide (en)
- η ανθρωποκτονία
- ο δράστης μιας ανθρωποκτονίας
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
homicide | homicides |
homicide (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
homicide | homicides |
homicide (fr) αρσενικό
- η ανθρωποκτονία
- ο δράστης μιας ανθρωποκτονίας