Μετάβαση στο περιεχόμενο

inclusion

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

inclusion (en)

  1. η συμπερίληψη
     αντώνυμα: exclusion


      ενικός         πληθυντικός  
inclusion inclusions

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

inclusion (fr) θηλυκό