irréductible

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

irréductible < → δείτε τις λέξεις in- και réductible

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /i.ʁe.dyk.tibl/

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
irréductible irréductibles

irréductible (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. αμείωτος
  2. που δεν μπορεί να μετατραπεί σε κάτι άλλο
  3. ακατανίκητος
     συνώνυμα: invincible