isolant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | isolant | isolants |
θηλυκό | isolante | isolantes |
isolant (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
isolant | isolants |
isolant (fr) αρσενικό